- Παλαιολόγοι
- Αυτοκράτορες της τελευταίας βυζαντινής δυναστείας (1261 – 1453).
Η μακρά περίοδος της βασιλείας των Π., που συμπίπτει με την τελευταία φάση –πολύπλοκη και βαθύτατα δραματική– της βυζαντινής ιστορίας, χαρακτηρίζεται από την παρακμή βασικών θεσμών, που, σε συνδυασμό με εσωτερικά και εξωτερικά γεγονότα αποφασιστικής σημασίας, οδηγεί στην τελική πτώση. Η περίοδος αυτή εγκαινιάζεται με την κατάλυση της Λατινικής αυτοκρατορίας (1204-61) και την ανασύσταση της Bυζαντινής, ανάπηρης όμως –αφού μεγάλες περιοχές εξακολουθούν να βρίσκονται υπό την κατοχή των Φράγκων, ενώ το ελληνικό δεσποτάτο της Ηπείρου διάκειται εχθρικά προς τον αυτοκράτορα, και η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας εξακολουθεί αποσπασμένη τη δική της πορεία– εξασθενημένη οικονομικά, με ολιγάριθμο στρατό και στόλο, με ερημωμένη την πρωτεύουσα από τη φραγκική βαρβαρότητα, με ενισχυμένους τους γειτονικούς εχθρούς και αυξημένες τις απαιτήσεις των εκμεταλλευτών συμμάχων. Οι τεράστιες δυσκολίες των αρχών της περιόδου αυτής αντιμετωπίζονται κυρίως με διπλωματικά όπλα από τον πρώτο Π., ο οποίος, με θυσίες δυσανάλογες προς τις δυνατότητες του εξαντλημένου Βυζαντίου, κρατά το κράτος στο προσκήνιο της ευρωπαϊκής διπλωματίας. Ωστόσο, οι βασικές αδυναμίες, που κληροδοτεί στους Π. η προηγούμενη περίοδος της φραγκοκρατίας, μαζί με τις επιπτώσεις τους και τις εσωτερικές και εξωτερικές περιπέτειες, περιπλέκουν όλο και περισσότερο τη δύσκολη κατάσταση του κράτους, που σιγά σιγά περνάει σε δεύτερη μοίρα στον ευρωπαϊκό πολιτικό στίβο, για να καταλήξει, στο τέλος της περιόδου, σε δύναμη μη υπολογίσιμη. Η διάσπαση της αυτοκρατορίας, που πραγματοποιήθηκε με τη φραγκική κατάληψη, και το αποκεντρωτικό πνεύμα που αναπτύχθηκε, γενικά, στα χρόνια της φραγκοκρατίας, καταργούν ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της Bυζαντινής αυτοκρατορίας: τον αυστηρά συγκεντρωτικό χαρακτήρα της. Έτσι, η απόσπαση των μεγαλογαιοκτημόνων από τον κεντρικό έλεγχο και η αύξηση της δύναμής τους –κυρίως με την απορρόφηση από μέρους τους της μικρής ιδιοκτησίας και τη σχεδόν απαλλαγή τους από τη φορολογία– συντελούν στην οικονομική και στρατιωτική εξάρθρωση του κράτους, αλλά και στη δημιουργία σοβαρότατου κοινωνικού σχήματος, που εκδηλώνεται με την ευκαιρία των δυναστικών πολέμων, της βαρύτερης κακοδαιμονίας της εποχής. Η σχεδόν καθολική χρησιμοποίηση μισθοφορικού στρατού, και μάλιστα υπερβολικά περιορισμένου σε αριθμό, ενώ το κράτος απειλείται από διάφορους εχθρούς, η μοιραία καταφυγή σε ξένες ναυτικές δυνάμεις οι οποίες περιπλέκουν τους κινδύνους, η υποτίμηση του νομίσματος, που παραμερίζεται βαθμιαία από το διεθνές εμπόριο, και η αδιάκοπη άνοδος των τιμών, η οποία δημιουργεί οξύ πρόβλημα διατροφής του πληθυσμού, η μεγάλη ελάττωση του κρατικού εισοδήματος, παράλληλα με τη συχνή ανάγκη εξαγοράς συμμάχων ή της ειρήνης, χαρακτηρίζουν –μαζί με την αλλοίωση του διοικητικού συστήματος– την οικονομικοκοινωνική και στρατιωτική μορφή της Bυζαντινής αυτοκρατορίας.
Οι αυτοκράτορες της δυναστείας των Π. είναι:
1. Μιχαήλ H» (1261-82). Ο πρώτος Π. πραγματοποιεί την ανασύσταση της αυτοκρατορίας και εγκαινιάζει τη δυναστεία. Επίτροπος, στην αρχή, του ανηλίκου Ιωάννη Δ», αυτοκράτορα της Νίκαιας, στέφεται συναυτοκράτορας στις αρχές του 1259 και μετά την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης (καλοκαίρι 1261) –που επιτυγχάνεται εύκολα από τον στρατηγό Α. Στρατηγόπουλο, ενώ η φρουρά της Κωνσταντινούπολης και ο βενετικός στόλος βρίσκονται σε στρατιωτική επιχείρηση στον Εύξεινο– στέφεται για δεύτερη φορά στην Κωνσταντινούπολη από τον πατριάρχη, ενώ ο νόμιμος αυτοκράτορας Ιωάννης Δ» παραμερίζεται και λίγο αργότερα τυφλώνεται. Σκληρός, αλλά ικανός διπλωμάτης, ο Μιχαήλ, ως αυτοκράτορας της Νίκαιας, ακόμα, επιτυγχάνει, μετά την ήττα στη μάχη της Πελαγονίας (1259) των συνασπισμένων εναντίον της αυτοκρατορίας, Μιχαήλ B» (δεσπότη της Ηπείρου), Γουλιέλμου B» Βιλλεαρδουίνου (πρίγκιπα της Αχαΐας) και Μαμφρέδου (βασιλιά της Σικελίας), και την αιχμαλωσία του Βιλλεαρδουίνου, την παραχώρηση από τον τελευταίο –με σκοπό να εξαγοράσει την αιχμαλωσία του– των φρουρίων της Πελοποννήσου: Μονεμβασιάς, Μιστρά και Μάνης, γεγονός με εξαιρετική σημασία για την αυτοκρατορία. Παράλληλα, για να χτυπήσει την εξαιρετική δύναμη που απέκτησε η Βενετία μετά το 1204 στην Ανατολή, συνάπτει συμμαχία με τον μεγαλύτερο εχθρό της τελευταίας, τη Γένοβα (Νυμφαίο, 1261), στην οποία παραχωρεί εξαιρετικά εμπορικά προνόμια, με αντάλλαγμα –πολύ ακριβά πληρωμένο– την εξασφάλιση της γενοβέζικης ναυτικής βοήθειας. Η συμφωνία αυτή λίγα χρόνια αργότερα διαλύεται και οι Γενοβέζοι διώχνονται από την πρωτεύουσα, όταν ο Μιχαήλ διαπιστώνει μυστικές συνεννοήσεις των Γενοβέζων με τον βασιλιά της Σικελίας Μαμφρέδο για την παράδοση της Κωνσταντινούπολης στους Λατίνους. Η διπλωματική ικανότητα του Μιχαήλ φαίνεται κυρίως μετά την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης, όταν με το περιορισμένο σε έκταση και σε δυνάμεις κράτος του πρέπει να αντιμετωπίσει ιδιαίτερα επικίνδυνους εχθρούς. Ο πιο επικίνδυνος είναι ο φιλόδοξος και ικανότατος Κάρολος ο Ανδηγαυικός, αδελφός του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου του Αγίου (Θ»), που το 1266 –αφού νικά τον Μαμφρέδο (μάχη Βενεβέντου)– γίνεται κύριος του βασιλείου των Δύο Σικελιών και έναν χρόνο αργότερα συνάπτει συμφωνία με τον τελευταίο Λατίνο αυτοκράτορα Βαλδουίνο B» (συμφωνία Βιτέρμπου), με την οποία ο Βαλδουίνος τού παραχωρούσε όλες τις φραγκικές κτήσεις της παλαιάς αυτοκρατορίας, αν εκείνος τον βοηθούσε να ανακαταλάβει την Κωνσταντινούπολη και ορισμένα νησιά του Αιγαίου. Τα απειλητικότατα για το Βυζάντιο σχέδια του Καρόλου, ο Μιχαήλ τα αντιμετωπίζει με διπλωματικά διαβήματα προς όλες τις κατευθύνσεις. Υπόσχεται στον πάπα την ένωση των Εκκλησιών, ξανασυμφιλιώνεται με τους Γενοβέζους, προτείνει στον αδελφό του Καρόλου, Λουδοβίκο Θ» –που οργανώνει σταυροφορία για την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων– να κανονίσει αυτός τους όρους της ένωσης των Εκκλησιών, ενώ το κατακτητικό έργο του Καρόλου αρχίζει με την κατάληψη της Κέρκυρας (1267). Η κατακτητική ορμή του, που αναχαιτίζεται προσωρινά με τη συμμετοχή του στη σταυροφορία του αδελφού του στην Τύνιδα –όπου ο τελευταίος πεθαίνει (1270)– συνεχίζεται μετά το 1270 με επιχειρήσεις στην Πελοπόννησο, ενώ παράλληλα συνάπτει συμμαχία με τους Σέρβους και τους Βουλγάρους. Ο Μιχαήλ, θεωρώντας ως μόνη σωτηρία την παπική βοήθεια, καταλήγει στην Ένωση των Εκκλησιών (Aνατολικής και Δυτικής), η οποία υπογράφεται στη Λυών (1274) μεταξύ του αντιπροσώπου του Μιχαήλ και του πάπα Γρηγορίου Ι», αφού ο τελευταίος πείθει τον Κάρολο να αναβάλει την επίθεσή του εναντίον της αυτοκρατορίας, ώστε να επιτευχθεί η ένωση. Η θρησκευτική αυτή πολιτική του Μιχαήλ, που άλλωστε εγκαταλείπεται από τον διάδοχό του, προκαλεί βαθιά δυσαρέσκεια στον λαό και ισχυρή αντίδραση των ζηλωτών. Απειλητικότερη είναι η δεύτερη φάση του αγώνα Μιχαήλ - Καρόλου όταν ο τελευταίος, αφού φροντίζει να γίνει πάπας φίλος του, ο Μαρτίνος Δ», που εγκρίνει την πολιτική του Καρόλου, οργανώνει εναντίον του Βυζαντίου συνασπισμό Ιταλίας, Γαλλίας, Βενετίας, πάπα, Σερβίας, Βουλγαρίας κλπ. Σωτηρία του Μιχαήλ στην κρίσιμη αυτή στιγμή γίνεται η επανάσταση που ξεσπά στη Σικελία εναντίον του καταπιεστικού ανδηγαυικού ζυγού (1282), γνωστή ως Σικελικός Εσπερινός, με αποτέλεσμα την κατάληψη της Σικελίας από τον Πέτρο της Αραγωνίας. Η επανάσταση αυτή, στην οποία φαίνεται πως δεν είναι αμέτοχος ο Μιχαήλ H», και η αποτυχία του Καρόλου να ανακαταλάβει τη Σικελία, είναι βαρύτατο πλήγμα για τον τελευταίο, που αναγκάζεται να εγκαταλείψει το μεγαλεπήβολο σχέδιό του της κατάληψης της αυτοκρατορίας, ενώ οι σύμμαχοί του, πάπας και Βενετία, αλλάζουν πολιτική. Το οξύ πρόβλημα της Δύσης υποχρεώνει τον Μιχαήλ να παραμελήσει την Ανατολή, όπου όμως οι Τούρκοι την εποχή αυτή, εξαιτίας της μογγολικής προέλασης, δεν αποτελούν σοβαρή απειλή και αρκούνται σε ληστρικές επιδρομές.
2. Ανδρόνικος B» (1282 – 1328). Διάδοχος του Μιχαήλ, επί της βασιλείας του (όπως και επί της βασιλείας του διαδόχου του Ανδρόνικου Γ»), η οικονομική και στρατιωτική κατάσταση του κράτους επιδεινώνεται, φοβεροί εχθροί, οι Οσμανλίδες Τούρκοι στην Ανατολή και οι Σέρβοι στα B σύνορα, επωφελούνται από τις αδυναμίες του κράτους, αλλά και από τον εμφύλιο πόλεμο που ξεσπά ανάμεσα στον παππού (Ανδρόνικο B») και στον εγγονό (Ανδρόνικο Γ»), ενώ μισθοφόροι Καταλανοί, με αρχηγό τον Ρογήρο Δεφλώρ, που ο Ανδρόνικος B» τους χρησιμοποιεί με επιτυχία, στην αρχή, εναντίον των Τούρκων της Μικράς Ασίας, εξελίσσονται σε εξαιρετικά επικίνδυνους εχθρούς. Η κακή οικονομική κατάσταση, που χειροτέρεψε με τις δαπάνες που απαιτούσε η πολιτική του Μιχαήλ H», αντιμετωπίζεται από τον Ανδρόνικο B» με σκληρά φορολογικά μέτρα, τα οποία δεν λύνουν το πρόβλημα ενώ, παράλληλα, περιορίζεται ο στρατός της ξηράς, που είναι σχεδόν πέρα για πέρα μισθοφορικός, και το κράτος, για τις ναυτικές επιχειρήσεις, στηρίζεται στη ναυτική δύναμη των Γενοβέζων, που επιτυγχάνουν όλο και μεγαλύτερα προνόμια, μεταβάλλοντας τον Γαλατά σε γενοβέζικη επικράτεια, πράγμα που αυξάνει τον ανταγωνισμό με τους Βενετούς, με τους οποίους τελικά συγκρούονται στα ελληνικά ύδατα και εδάφη (1294-99) με καταστρεπτικές συνέπειες για την αυτοκρατορία. Η χρησιμοποίηση των Καταλανών μισθοφόρων καταλήγει σε φοβερές λεηλασίες και στην αποκάλυψη των κατακτητικών τάσεων του Δεφλώρ, από τον οποίο ο Ανδρόνικος απαλλάσσεται, ύστερα από συνεννόηση με τον γιο του και συναυτοκράτορα Μιχαήλ Θ», που διατάσσει τη δολοφονία του Δεφλώρ στην Αδριανούπολη. Η αγανάκτηση των Καταλανών για τη δολοφονία του αρχηγού τους εκδηλώνεται με σφαγή των κατοίκων της Ελλάδας, την οποία διασχίζουν καταστρέφοντας από τη Θράκη και τη Μακεδονία μέχρι το δουκάτο των Αθηνών και Θηβών όπου, σε σύγκρουση με τον φραγκικό στρατό στη λίμνη της Κωπαΐδας (1311), νικούν και ιδρύουν το καταλανικό δουκάτο των Αθηνών, που διατηρείται μέχρι το 1387. Μετά την καταλανική μάστιγα, καταστρεπτική είναι η σύγκρουση Ανδρόνικου B» και Ανδρόνικου Γ», που εκδηλώνεται ύστερα από τον θάνατο (1320) του Μιχαήλ Θ», πατέρα του Ανδρόνικου Γ». Ο εμφύλιος αυτός πόλεμος ευνοεί τη δράση των Τούρκων στη Μικρά Ασία, όπου καταλαμβάνουν την Προύσα (1326) και τη Νικομήδεια (1328), και, το χειρότερο, εγκαινιάζει τη συμμετοχή στον εμφύλιο σπαραγμό των εχθρών, οι οποίοι ενισχύοντας τους αντιπάλους εξυπηρετούν τα δικά τους συμφέροντα. Μετά την επικράτηση του Ανδρόνικου Γ», ο Ανδρόνικος B» αποσύρεται σε μοναστήρι (1328)· μέτριος πολιτικός και φανατικός ορθόδοξος, ακολούθησε ανθενωτική πολιτική. Είχε αξιόλογη μόρφωση και περιστοιχίστηκε από πνευματικές προσωπικότητες, όπως ο Μεσαρίτης και ο Γρηγοράς, που συνετέλεσαν στην πνευματική άνθηση της εποχής των Παλαιολόγων.
3. Ανδρόνικος Γ» (1328-41). Επί των ημερών του τα πράγματα του κράτους διευθύνονται από τον Ιωάννη Καντακουζηνό –υποστηρικτή του κατά τον εμφύλιο πόλεμο– που έχει ως στόχο του να γίνει κύριος του κράτους. Η εξωτερική κατάσταση γίνεται κρισιμότερη τόσο στην Ανατολή όσο και στον Βορρά. Στη Μικρά Ασία εξακολουθούν οι αγώνες με τους Οσμανλίδες, οι οποίοι μετά τον θάνατο του Aνδρόνικου είναι πλέον κύριοι σχεδόν ολόκληρης της Μικράς Ασίας. Στα βόρεια σύνορα ισχυρότερος εχθρός είναι ο αρχηγός των Σέρβων Στέφανος Δουσάν, που καταλαμβάνει τη βόρεια Μακεδονία και μεγάλο μέρος της Αλβανίας.
4. Ιωάννης E» (1341-91). Βλ. λ. Ιωάννης. Όνομα αυτοκρατόρων του Βυζαντίου.
5. Ιωάννης ΣΤ» ο Καντακουζηνός (1347-54). Βλ. λ. Ιωάννης. Όνομα αυτοκρατόρων του Βυζαντίου.
6. Μανουήλ (1391 – 1425). Γιος του Ιωάννη E»· επί των ημερών του ο αγώνας των τελευταίων Π. παίρνει χαρακτήρα βαθύτατα τραγικό. Ο Μανουήλ, που κατάφερε να φύγει από την τουρκική αυλή, όπου υποβλήθηκε στη δοκιμασία να συμμετέχει σε τουρκικές εκστρατείες, ανεβαίνει στον θρόνο, όταν η Κωνσταντινούπολη κινδυνεύει πια άμεσα, ενώ ο Βαγιαζήτ, μετά την κατάληψη της βουλγαρικής πρωτεύουσας, του Τυρνόβου (1393) και, λίγο αργότερα, ολόκληρου του βουλγαρικού κράτους, σπείρει τον πανικό σε ολόκληρη τη Βαλκανική. Σε έκκληση του βασιλιά της Ουγγαρίας Σιγισμούνδου προς τα κράτη της Ευρώπης απαντούν με πενιχρές δυνάμεις η Γαλλία, η Αγγλία και η Γερμανία με τις οποίες ενώνεται, θορυβημένη, και η Βενετία. Οι σύμμαχοι συγκρούονται με τον εχθρό και ηττώνται στη Νικόπολη της Βουλγαρίας το 1396. Επακολουθεί φοβερή λεηλασία της Θεσσαλίας και ύστερα της Πελοποννήσου. Μόνη ελπίδα στους Βυζαντινούς αυτοκράτορες μένει τώρα η ξένη βοήθεια. Οι εκκλήσεις του Μανουήλ στη Δύση και στη Ρωσία έχουν ως αποτέλεσμα ανεπαρκή χρηματική βοήθεια και την αποστολή μικρού στρατιωτικού σώματος Γάλλων με ικανό και θαρραλέο αρχηγό, τον Μπουσικό. Αυτός, αφού επιχειρεί με τον Μανουήλ επιδρομές στις ακτές της Προποντίδας χωρίς ιδιαίτερη σημασία, πείθει τον Μανουήλ να ταξιδέψει στην Ευρώπη και να επισκεφτεί τους σπουδαιότερους ηγεμόνες, με την ελπίδα να τους πείσει να τον βοηθήσουν ουσιαστικότερα στον αγώνα του. Το ταξίδι αυτό που επιχειρεί ο Μανουήλ με ακολουθία λαϊκών και κληρικών (τέλος του 1399) κρατά 3½ χρόνια. Η παρουσία του Βυζαντινού αυτοκράτορα κάνει εντύπωση στους δυτικούς ηγεμόνες, που τον δέχονται με σεβασμό και τιμές· ωστόσο, στα αιτήματά του ανταποκρίνονται κυρίως με υποσχέσεις. Η στιγμή είναι άλλωστε δύσκολη, τουλάχιστον για δύο από τις μεγάλες δυνάμεις που επισκέπτεται, τη Γαλλία και την Αγγλία, όπου, παρ» όλη την ανακωχή, ο Εκατονταετής πόλεμος δεν έληξε. Στο Παρίσι μένει το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και από εκεί γυρίζει εσπευσμένα στην Πόλη, όταν πληροφορείται την ήττα του Βαγιαζήτ (1402) στην Άγκυρα από τον περίφημο αρχηγό των Μογγόλων Ταμερλάνο. Στην καταστρεπτική αυτή ήττα των Τούρκων, που συνοδεύεται από την αιχμαλωσία και τον θάνατο του Βαγιαζήτ, οφείλεται η παράταση της ζωής του Βυζαντίου για 50 ακόμα χρόνια. Τη σκιά της βυζαντινής αυτοκρατορίας αποτελεί πια η Κωνσταντινούπολη με μια μικρή θρακική περιοχή, η Θεσσαλονίκη, ελάχιστα νησιά και η Πελοπόννησος –το φωτεινό σημείο της εποχής– που, από τα μέσα του 14ου αι., οργανώθηκε σε δεσποτάτο και με κέντρο τον Μιστρά παίζει σημαντικό ρόλο στην τελευταία φάση της βυζαντινής ιστορίας, ενώ παράλληλα γίνεται το αξιολογότερο πνευματικό κέντρο του αναγεννώμενου ελληνισμού. Για την άμυνα της Πελοποννήσου, την οποία ο Μανουήλ επισκέπτεται το 1415, χτίζεται τείχος με πύργους στον ισθμό, που θα καταστραφεί μερικά χρόνια αργότερα, από Τούρκους επιδρομείς επί Μουράτ B». Ο σουλτάνος αυτός επαναλαμβάνει την έντονη επιθετική δράση, που είχε ανακοπεί επί του διαδόχου του Βαγιαζήτ, Μωάμεθ A», με την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης (1422) η οποία αποτυγχάνει, με επίσης αποτυχημένη απόπειρα εναντίον της Θεσσαλονίκης και με καταστρεπτικές επιδρομές στην Πελοπόννησο. Ανανέωση της συνθήκης με τους Τούρκους για την πληρωμή του φόρου και παραχώρηση ορισμένων θέσεων στη Θράκη κάνουν στενότερο τον κλοιό.
7. Ιωάννης H» (1425-48). Βλ. λ. Ιωάννης. Όνομα αυτοκρατόρων του Βυζαντίου.
8. Κωνσταντίνος IA» (1449-53). Ο τελευταίος Π. με τον οποίο κλείνει η δυναστεία και μαζί η ιστορία του Βυζαντίου, συγκεντρώνει σπάνια προσόντα ήθους, πατριωτισμού και γενναιότητας. Αντιμέτωπός του είναι ο νεαρός Μωάμεθ B», ο οποίος συνδυάζει εξαιρετικές ικανότητες και βαρύτατα ελαττώματα: ιδιοφυής στρατιωτικός, εξαιρετικός οργανωτής κράτους, μορφωμένος, αλλά και με πρωτοφανή ψυχική σκληρότητα. Έμμονη ιδέα του είναι η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, που τη μελετά και την οργανώνει με σύστημα. Για να αποκόψει την επικοινωνία της πρωτεύουσας με τον Βορρά και τα λιμάνια της Μαύρης θάλασσας, χτίζει ισχυρό φρούριο, το Ρούμελη-Χισάρ στην ευρωπαϊκή ακτή του Βοσπόρου, απέναντι στο Ανατολή-Χισάρ, που έκτισε παλαιότερα, στο στενότερο σημείο του Βοσπόρου ο Βαγιαζήτ. Για να εξουδετερώσει τη δυνατότητα βοήθειας από την Πελοπόννησο, επιχειρεί επίθεση εναντίον της, πριν αρχίσει την πολιορκία της πρωτεύουσας. Ο Κωνσταντίνος, με τις ελάχιστες δυνατότητες που έχει, καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να οργανώσει την άμυνα. Επιδιορθώνει τα τείχη, συγκεντρώνει όλο το σιτάρι στην πρωτεύουσα, οργανώνει τη φρουρά –η οποία αποτελείται από λίγες χιλιάδες– εμψυχώνει τον πληθυσμό, που θα βοηθήσει στον ύστατο αγώνα, με όλες του τις δυνάμεις. Από τη Δύση θα λάβουν μέρος στην τελευταία αυτή προσπάθεια πολύ μικρές δυνάμεις από Βενετούς και Γενοβέζους. Μοίρα του Βυζαντίου ήταν να συμπέσει η παρακμή του με την εγκατάσταση στην πολεμική τέχνη, που γινόταν στην αναγεννώμενη Ευρώπη, και να πέσει θύμα των νέων όπλων που θα χρησιμοποιούσε ο Ασιάτης κατακτητής. Τα πυροβόλα, αχρηστεύοντας το κύριο αμυντικό μέσο, τα τείχη, έπαιζαν το αποφασιστικό ρόλο στον δραματικό αγώνα που ξεκίνησε στις αρχές Απριλίου και τελείωσε στις 29 Μαΐου του 1453 με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Η συνέπεια που χαρακτηρίζει ολόκληρο τον αγώνα του Κωνσταντίνου IA» σφραγίζεται με τον θάνατό του κάτω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης.
Η οθωμανική κατάκτηση κόβει το νήμα της πολιτικής ζωής του ελληνισμού και ανατρέπει ριζικά την πολιτιστική του πορεία. Αλλά ο αντίκτυπος της πτώσης είναι ισχυρός και στην Ευρώπη. Το γεγονός πως η ανατολική Μεσόγειος πέφτει στα χέρια των Τούρκων είναι μια από τις κύριες αιτίες που προσανατολίζουν την Ευρώπη προς νέους εμπορικούς δρόμους για τη συνέχιση των συναλλαγών της με την Ανατολή. Όμως ο νέος αυτός προσανατολισμός οδηγεί τελικά στην ανακάλυψη της Αμερικής και στις συνέπειές της, που συντελούν αποφασιστικά στην είσοδο της Ευρώπης στους νεότερους χρόνους. Έτσι, η ιστορική βαρύτητα του Βυζαντίου, που διαπιστώνεται με την αποφασιστική συμβολή του στη διαφύλαξη του ευρωπαϊκού χώρου από ποικίλους εχθρούς και στην πολιτιστική του ανάπτυξη, προκύπτει και πάλι από τις συνέπειες που προκαλεί η πτώση του.
Λεπτομέρεια από τοιχογραφία, έργο του Μπενότσο Γκοτσολι με τίτλο «Το ταξίδι των Μάγων» όπου ο αυτοκράτορας Ιωάννης Η’» ο Παλαιολόγος εικονίζεται ως ένας από τους 3 μάγους.
Dictionary of Greek. 2013.